Ξεκίνησαν σήμερα, Τετάρτη, οι εργασίες για την κατασκευή του σκέλους του διασυνδετηρίου αγωγού φυσικού αερίου Ελλάδας-Βόρειας Μακεδονίας, εντός της επικράτειας της δεύτερης και μέχρι τα σύνορα με την Ελλάδα, μήκους 67 χλμ.
Στη σχετική τελετή που πραγματοποιήθηκε κοντά στην πόλη Νεγκότινο, παρευρέθηκαν o πρωθυπουργός της Βόρειας Μακεδονίας, Χρίστιαν Μίτσκοσκι και αρκετοί υπουργοί της κυβέρνησής του, οι πρέσβεις των ΗΠΑ, της ΕΕ και της Ελλάδας στη χώρα, καθώς και εκπρόσωποι του κρατικού διαχειριστή μεταφοράς φυσικού αερίου της Βόρειας Μακεδονίας (NOMAGAS), της ΔΕΣΦΑ, της σερβικής SRBIJAGAS, της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης EBRD, της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (EIB) κ. ά.
Το έργο κατασκευάζει η τοπικών συμφερόντων εταιρεία “RAPID BUILD”, με έδρα το Κουμάνοβο, η οποία θα πρέπει να ολοκληρώσει τις εργασίες σε 22 μήνες.
Τα χαρακτηριστικά του αγωγού
Το ελληνικό τμήμα του αγωγού, μήκους 56 χλμ., θα ξεκινά από την περιοχή της Νέας Μεσημβρίας στη Θεσσαλονίκη και θα καταλήγει στην περιοχή των Ευζώνων – Γευγελής. Από εκεί θα ξεκινά το εκτός συνόρων σκέλος του έργου, μήκους 67 χιλιομέτρων, το οποίο θα καταλήγει στην περιοχή του Νεγκότινο.
Ο αγωγός θα έχει συνολικό μήκος 123 χιλιόμετρα και θα διασυνδέει τα συστήματα μεταφοράς αερίου των δύο χωρών. Η αρχική χωρητικότητά του θα είναι 1,5 δισ. κυβικά μέτρα ετησίως, με δυνατότητα επέκτασης στα 3 δισ. κυβικά μέτρα ετησίως, ενώ έχουν πραγματοποιηθεί μελέτες ώστε ο αγωγός να υιοθετήσει τις κατάλληλες προδιαγραφές για τη μεταφορά και πράσινου υδρογόνου.
Ο νέος αγωγός θα επιτρέψει την πρόσβαση σε νέες αγορές, ενισχύοντας την ενεργειακή ασφάλεια της ευρύτερης περιοχής και υποστηρίζοντας την ενεργειακή μετάβαση, συμπεριλαμβανομένης και της μελλοντικής μεταφοράς υδρογόνου, καθώς είναι 100% συμβατός για τη μεταφορά του. Επιπλέον, το έργο θα ενισχύσει σημαντικά τη διαφοροποίηση των πηγών προμήθειας φυσικού αερίου για τη Βόρεια Μακεδονία, παρέχοντας πρόσβαση στο ελληνικό δίκτυο φυσικού αερίου και στους Τερματικούς Σταθμούς εισαγωγής LNG της Ρεβυθούσας και της Αλεξανδρούπολης. Το σημαντικό έργο υποδομής, το οποίο αναμένεται να ολοκληρωθεί το πρώτο εξάμηνο του 2027, θα ενισχύσει τη θέση της Ελλάδας ως ενεργειακό κόμβο για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Ο Χρίστιαν Μίτσκοσκι, μιλώντας σήμερα στην τελετή για την έναρξη των κατασκευαστικών εργασιών στο τμήμα της Βόρειας Μακεδονίας, υπογράμμισε ότι το έργο θα φέρει νέες πηγές φυσικού αερίου, σταθερό εφοδιασμό, χαμηλότερες τιμές για τους πολίτες της χώρας του, μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα για τις εταιρείες και, όπως τόνισε, ένα ισχυρό μήνυμα, ότι επιτέλους η χώρα καθίσταται μέρος του ευρωπαϊκού ενεργειακού δικτύου.
«Συνδεόμαστε με τους αγωγούς φυσικού αερίου των γειτόνων μας. Αυτό θα μάς μετατρέψει σε ένα περιφερειακό ενεργειακό σταυροδρόμι. Αυτό σημαίνει περισσότερες επιλογές, περισσότερη σταθερότητα και χαμηλότερο κόστος. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα είμαστε πλέον ουραγός στο δίκτυο, αλλά ότι θα βρισκόμαστε στην καρδιά της περιφερειακής ροής ενέργειας» ανέφερε ακόμη ο πρωθυπουργός της Βόρειας Μακεδονίας.
Η πρέσβης των ΗΠΑ στη Βόρεια Μακεδονία, Άνγκελα Άγγελερ επεσήμανε ότι αυτό είναι ένα πολυαναμενόμενο έργο που επιδεικνύει ανεξαρτησία και ενισχύει τις σχέσεις όσον αφορά στην ενέργεια και στην οικονομική ανάπτυξη.
«Μια στρατηγική επένδυση στην ασφάλεια, την ευημερία και την κυριαρχία. Είναι σημαντικό να γίνει η ενεργειακή διαφοροποίηση. Είναι σημαντική η περιφερειακή συνεργασία, όπως και η εταιρική σχέση. Οι ΗΠΑ, ως ο μεγαλύτερος παραγωγός LNG, θέλουν να μεταφερθεί το φυσικό αέριο μας μέσω αυτού του αγωγού το συντομότερο δυνατόν. Θέλουμε να δούμε την οικονομική ασφάλεια και την περιφερειακή ανάπτυξη που θα φέρει αυτή η παροχή για όλους μας. Οι συμπράξεις με τους φίλους και τους γείτονες αποδεικνύεται ότι είναι κάτι πολύ περισσότερο από τους γραφειοκρατικούς και πολιτικούς ελιγμούς», διεμήνυσε η πρέσβης των ΗΠΑ.
Το ελληνικό τμήμα του αγωγού εκτελεί η ελληνική εταιρεία “TERNA”, η οποία ξεκίνησε πριν από πέντες μήνες τις προκαταρκτικές εργασίες.
Η Βόρεια Μακεδονία και η Σερβία έχουν υπογράψει μνημόνιο συνεργασίας για την προέκταση του αγωγού στην σερβική επικράτεια, με το Βελιγράδι να κάνει ένα σημαντικό βήμα απομάκρυνσης από το ρωσικό αέριο και την Ελλάδα να τροφοδοτεί, μέσω Βόρειας Μακεδονίας και τη Σερβία με αέριο.