Ο Γενικός Εισαγγελέας της Βόρειας Μακεδονίας, Λιούπτσο Κότσεφσκι, υπέβαλε σήμερα το πρωί την παραίτησή του, λίγες μόλις ώρες πριν από τη συνεδρίαση της Βουλής, στην ημερήσια διάταξη της οποίας περιλαμβανόταν η πρόταση καθαίρεσής του. Η πρόταση είχε κατατεθεί από την κυβέρνηση του πρωθυπουργού Χρίστιαν Μίτσκοσκι, η οποία εδώ και καιρό ασκούσε έντονες πιέσεις στον Κότσεφσκι να αποχωρήσει από το αξίωμά του.
Η κυβέρνηση Μίτσκοσκι απέδιδε στον Γενικό Εισαγγελέα πλημμελή άσκηση των καθηκόντων του, καθώς και σωρεία υπηρεσιακών παραβιάσεων, κάνοντας λόγο για δυσλειτουργίες που, κατά την άποψή της, υπονόμευαν την αποτελεσματικότητα της Εισαγγελίας. Από την πλευρά του, ο Λιούπτσο Κότσεφσκι αρνείτο επίμονα να παραιτηθεί όλο το προηγούμενο διάστημα, υποστηρίζοντας ότι ασκούσε τα καθήκοντά του με επαγγελματισμό και θεσμική συνέπεια. Παράλληλα, έκανε λόγο για ξεκάθαρα πολιτικά κίνητρα πίσω από τις προσπάθειες απομάκρυνσής του.
Ο Κότσεφσκι είχε εκλεγεί στη θέση του Γενικού Εισαγγελέα τον Φεβρουάριο του 2024, κατά τη διάρκεια της προηγούμενης κυβέρνησης, γεγονός που τον καθιστούσε εξαρχής μη αρεστό στη νέα πολιτική ηγεσία της χώρας. Σύμφωνα με το θεσμικό πλαίσιο της χώρας, ο Γενικός Εισαγγελέας εκλέγεται από τη Βουλή, κατόπιν πρότασης της κυβέρνησης και αφού προηγηθεί σχετική σύσταση από το Εισαγγελικό Συμβούλιο.
Η υπόθεση με τον παραιτηθέντα Γενικό Εισαγγελέα, Λιούπτσο Κότσεφσκι εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο προβλημάτων που ταλανίζουν το δικαστικό σύστημα της Βόρειας Μακεδονίας, όπως οι χρόνιες καθυστερήσεις στην απονομή της Δικαιοσύνης, οι καταγγελίες για πολιτικές παρεμβάσεις και η περιορισμένη εμπιστοσύνη των πολιτών στη δικαστική εξουσία.
Παρά τις επανειλημμένες συστάσεις από ευρωπαϊκούς θεσμούς για ενίσχυση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, παρόμοια περιστατικά συνεχίζουν να προκαλούν ερωτήματα σχετικά με τη θεσμική σταθερότητα και το κράτος δικαίου στη χώρα.




