Ρόλο στην ανασυγκρότηση της Ουκρανίας, αλλά και των περιοχών της Μέσης Ανατολής, όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν, μπορεί να διαδραματίσει η Βόρεια Ελλάδα μέσω των λιμανιών της Θεσσαλονίκης, της Αλεξανδρούπολης και της Καβάλας, αλλά και χάρη στο έργο του ταχέος σιδηροδρόμου μεταξύ σερβικών και ελληνικών συνόρων, που αναμένεται να ολοκληρωθεί ώς το 2030. Την εκτίμηση αυτή διατυπώνει, σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ-ΜΠΕ), ο πρόεδρος της Ένωσης Ελληνικών Επιχειρήσεων στη Βόρεια Μακεδονία, Άρης Βλάχος, αναδεικνύοντας τα προφανή οφέλη που θα ανακύψουν από αυτή τη διαδικασία για τις ελληνικές επιχειρήσεις. Προσθέτει ότι μέσα από σειρά επενδύσεων και έργων, το ενεργειακό αποτύπωμα της Ελλάδας στη Βόρεια Μακεδονία είναι πλέον πολύ έντονο, ενώ έρχονται να το βαθύνουν περαιτέρω πρότζεκτ όπως ο αγωγός προϊόντων πετρελαίου «VARDAX», μια εμπορική «γέφυρα» μεταξύ Θεσσαλονίκης και Σκοπίων, που αναμένεται να ενεργοποιηθεί πολύ σύντομα, σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του πρωθυπουργού της γείτονος, Χρίστιαν Μίτσκοσκι.
Αναφερόμενος στις επιχειρηματικές σχέσεις Ελλάδας-Βόρειας Μακεδονίας, ο κ.Βλάχος σημειώνει ότι παρομοιάζει την πορεία τους με ένα μεγάλο «W», μια διαρκώς εναλλασσόμενη κατάσταση με τα πάνω και τα κάτω της, κατά την οποία το πολιτικό ζήτημα που επί χρόνια δοκίμαζε τις σχέσεις των δύο χωρών είχε αντίκτυπο και στο επιχειρείν. Παρά τα σκαμπανεβάσματα, ωστόσο, η ελληνική επενδυτική παρουσία στη Βόρεια Μακεδονία, που άρχισε εν έτει 1998 και μεταφράστηκε στην πορεία των ετών σε επενδεδυμένα κεφάλαια 800 εκατ. ευρώ και 25.000 θέσεις εργασίας, καλά κρατεί σε μια περιοχή όπου πολιτική και οικονομία βαδίζουν παραδοσιακά χέρι χέρι: τα Βαλκάνια.
Ο κ. Βλάχος μιλάει ακόμα για τη δυσκολότερη περίοδο στην πορεία των διμερών επιχειρηματικών σχέσεων, αυτή της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, ενώ σχολιάζει την πρόσφατη δήλωση του αντιπροέδρου της Βόρειας Μακεδονίας, Αλεξάνταρ Νικολόσκι, ότι «οι θερμές σχέσεις ανάμεσα στη Βόρεια Μακεδονία και την Ελλάδα είναι κάτι που θα το δούμε να αναπτύσσεται στην επόμενη περίοδο».
Τα πρότζεκτ που βαθαίνουν το αποτύπωμα της Ελλάδας στην ενέργεια
«Πώς βλέπετε να έχουν επηρεάσει το γεωπολιτικό προφίλ της Ελλάδας στη Βόρεια Μακεδονία, αλλά και την ευρύτερη περιοχή, τα ενεργειακά έργα στα οποία εμπλέκεται η χώρα μας;» είναι το πρώτο ερώτημα προς τον κ. Βλάχο, ο οποίος απαντά πως η Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια, αντιλαμβανόμενη τη σημασία της ενέργειας ως βασικού παράγοντα γεωπολιτικής ισχύος, ενεπλάκη ακριβώς σε έργα, τα οποία την καθιστούν διαμετακομιστικό ενεργειακό κέντρο στην περιοχή της Μεσογείου. Ενδεικτικά αναφέρει την ελληνική συμμετοχή στην κατασκευή και λειτουργία του Διαδριατικού Αγωγού Φυσικού Αερίου (ΤΑΡ), τα δύο FSRU (Πλωτές Μονάδες Αποθήκευσης και Επαναεριοποίησης Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου) σε Ρεβυθούσα και Αλεξανδρούπολη, τον διασυνδετήριο αγωγό Ελλάδας – Βουλγαρίας (IGB) και τον αντίστοιχο μεταξύ της Ελλάδας και της Βόρειας Μακεδονίας, που αναμένεται να λειτουργήσει εντός διετίας από σήμερα (σ.σ. το 2026- 2027).
Το διαρκώς ανανεούμενο αυτό «παζλ» στον χώρο της ενέργειας συμπληρώνουν οι επενδύσεις των ελληνικών επιχειρήσεων στις Ανανεώσιμες Πηγές (ΑΠΕ) σε γειτονικές χώρες, αλλά και οι πρωτοβουλίες της Ελλάδας για συνεργασία με την Αίγυπτο, το Ισραήλ και την Κύπρο στον ενεργειακό τομέα. «Το ενεργειακό αποτύπωμα της χώρας μας στη Βόρεια Μακεδονία είναι πολύ έντονο. Η “Hellenic Energy” είναι η κορυφαία εταιρεία στον εφοδιασμό της Βόρειας Μακεδονίας με προϊόντα πετρελαίου. Το πρώην διυλιστήριο ΟΚΤΑ στην πόλη των Σκοπίων εξαγοράστηκε από τα τότε ΕΛΠΕ το 1999 κι από το 2012 λειτουργεί ως ΤΑΝΚ FARM. Πολύ σύντομα, όπως επιβεβαιώθηκε και από τα λεγόμενα του πρωθυπουργού της Βόρειας Μακεδονίας σε προ ημερών συνέντευξή του, θα ξεκινήσει τη λειτουργία του και ο αγωγός προϊόντων πετρελαίου VARDAX, ο οποίος ενώνει το διυλιστήριο της “Hellenic Energy” στη Θεσσαλονίκη με τις εγκαταστάσεις της ΟΚΤΑ στα Σκόπια. Σημαντική είναι η παρουσία της ΔΕΗ στον τομέα της εμπορίας ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα, που πραγματοποιείται μέσω θυγατρικής της. Με τη λειτουργία του διασυνδετήριου αγωγού φυσικού αερίου Ελλάδας – Βόρειας Μακεδονίας τέλος, η γειτονική χώρα θα σταματήσει να εξαρτάται από το ρωσικό φυσικό αέριο», εξηγεί.
Ο σιδηρόδρομος, τα λιμάνια και η επόμενη ημέρα στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή
Κατά την πρόσφατη παρουσία του σε φόρουμ στη Θεσσαλονίκη, ο κ. Νικολόσκι είχε αναφερθεί στο πρότζεκτ της ανασυγκρότησης της υφιστάμενης σιδηροδρομικής γραμμής του Διαδρόμου 10, που εκτείνεται από τα σερβικά μέχρι τα ελληνικά σύνορα, επισημαίνοντας: «Θέλουμε να δημιουργήσουμε έναν γρήγορο σιδηρόδρομο, που θα λειτουργεί με ταχύτητα τουλάχιστον 200 χλμ/ώρα στα επιβατικά τρένα και τουλάχιστον 120 χλμ/ώρα στα εμπορικά (…)Το 2025 θα αρχίσουμε τον σχεδιασμό και η ιδέα μας είναι ότι η όλη διαδικασία σχεδιασμού και κατασκευής θα ολοκληρωθεί σε πέντε χρόνια, άρα ως το 2030 θα έχουμε γρήγορο σιδηρόδρομο μεταξύ των σερβικών και των ελληνικών συνόρων». Πώς αναμένεται να επιδράσει στον τζίρο και τη σημασία των λιμανιών Θεσσαλονίκης, Αλεξανδρούπολης και Καβάλας η ολοκλήρωση του έργου αυτού και τι θα σημάνει για τις ελληνικές επιχειρήσεις η λειτουργία της γραμμής, ιδίως αν λειτουργήσουν ελεύθερες ζώνες εκατέρωθέν της;
«Η ολοκλήρωση αυτής της γραμμής θα επιτρέψει να διακινούνται τα προϊόντα εκατέρωθεν με ταχύτητα, συνέπεια και ασφάλεια. Με τον τρόπο αυτό θα μεγαλώσει άμεσα το πελατολόγιο των επιχειρήσεων και κατ’ επέκτασιν τα έσοδα και η κερδοφορία τους. Είναι ένα έργο πολύ σημαντικό για όλη την περιοχή και προκειμένου να υπάρξει η απαραίτητη χρηματοδότηση, που θα επιτρέψει την υλοποίησή του, χρειάζεται η στενή συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων μερών», διευκρινίζει ο κ. Βλάχος και προσθέτει πως σοβαρά πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και μια άλλη διάσταση: τα λιμάνια Θεσσαλονίκης, Αλεξανδρούπολης και Καβάλας δύνανται να παίξουν ρόλο και στην ανασυγκρότηση της Ουκρανίας, αλλά και των περιοχών της Μέσης Ανατολής, όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν: «Η αρτιότητα και εύρυθμη λειτουργία των ενεργειακών, στρατιωτικών, μεταφορικών και λιμενικών υποδομών μας είναι το ζητούμενο που μπορεί και πρέπει να καταστήσει την Ελλάδα ενεργή συμμέτοχο στην ανασυγκρότηση της επόμενης ημέρας. Όλα τα παραπάνω κάνουν απολύτως προφανή και την ωφέλεια για τις ελληνικές επιχειρήσεις», τονίζει.
Η ελληνική επενδυτική παρουσία στη Βόρεια Μακεδονία και η «καθόλου εύκολη» πορεία από το μηδέν στα 800 εκατ. ευρώ
Οι επιχειρήσεις ελληνικών συμφερόντων έχουν επενδύσει περίπου 800 εκατ. ευρώ στη Βόρεια Μακεδονία από την έναρξη της δραστηριοποίησής τους στη χώρα μέχρι και σήμερα και η θέση τους είναι δεσπόζουσα, με παρουσία στους σημαντικότερους τομείς της οικονομίας της γείτονος, επισημαίνει ο κ. Βλάχος, υπενθυμίζοντας χαρακτηριστικά παραδείγματα: «η ΟΚΤΑ, θυγατρική της Hellenic Energy, η Stopanska Banka της Εθνικής Τράπεζας, η Usije του Τιτάνα, η EDS της ΔΕΗ, η Dojran Steel της Σιδενόρ, τα Μάρμαρα Παυλίδη και πολλές αξιόλογες άλλες. Από αυτές τις επενδύσεις έχουν δημιουργηθεί περίπου 25.000 θέσεις εργασίας».
Η ελληνική επενδυτική παρουσία στη Βόρεια Μακεδονία θα κλείσει σύντομα τρεις δεκαετίες αδιάλειπτης πορείας, αφού εκκίνησε το 1998, με τις πρώτες επενδύσεις της «Βερόπουλος» και του «Τιτάνα», ενώ ακολούθησαν η Εθνική Τράπεζα και τα τότε Ελληνικά Πετρέλαια (ΕΛΠΕ). «Σε αυτή την πορεία τα πράγματα δεν ήταν καθόλου εύκολα. Το πολιτικό ζήτημα που επί χρόνια δοκίμαζε τις σχέσεις των δύο χωρών ήταν φυσικό να επηρεάζει και το επιχειρείν. Άλλωστε είναι γνωστό πως στα Βαλκάνια πολιτική και οικονομία βαδίζουν χέρι χέρι. Πάντα χαρακτηρίζω αυτή την πορεία με ένα μεγάλο “W” (…) Παρόλα αυτά, οι επιχειρήσεις μας, επιδεικνύοντας μεγάλο σθένος, υπομονή και διαρκή επιμονή, κατάφεραν με τις δικές τους δυνάμεις, όχι απλά να επιβιώσουν, αλλά και να παρουσιάσουν εξαιρετικά αποτελέσματα. Ως δυσκολότερη περίοδο στην πολύχρονη αυτή πορεία, θα χαρακτήριζα αυτή της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, όταν δεν υπήρχαν κεφάλαια στις μητρικές εταιρείες και όλοι οι επιχειρηματίες ήταν πολύ προσεκτικοί ως προς τις επενδύσεις. Ευτυχώς, όμως, παρά τη δύσκολη κατάσταση που περάσαμε, δεν υπήρξε αποεπένδυση», λέει.
Κατά τον Αλεξάνταρ Νικολόσκι, «οι θερμές σχέσεις ανάμεσα στη Βόρεια Μακεδονία και την Ελλάδα είναι κάτι που θα το δούμε να αναπτύσσεται στην επόμενη περίοδο». Συμμερίζεται; Υπό ποιες προϋποθέσεις θα αποδειχθεί αυτή η εκτίμηση ακριβής; «Πραγματικά εύχομαι να είναι έτσι. Γιατί εάν τελικά φτάσουμε στο σημείο που αναφέρεται κι ασφαλώς αποτελεί επιθυμία όλων μας, αυτό θα σημάνει ότι θα εκλείψουν οι τριβές του παρελθόντος και θα εισέλθουμε σε μια εποχή κανονικότητας, που μόνο θετικά θα παράξει, όχι μόνο για τις επιχειρήσεις, αλλά και για τους πολίτες των χωρών μας. Η Ελλάδα έχει τείνει χείρα φιλίας και συνεργασίας σε όλους ανεξαιρέτως τους γείτονές της. Ως μια σύγχρονη ευρωπαϊκή δημοκρατία και ταυτόχρονα μέλος της Συμμαχίας, κατανοεί απολύτως τη σημασία της ανάπτυξης και διατήρησης καλών σχέσεων γειτονίας. Η επιμονή μας στον στόχο αυτό, καθώς και οι τελευταίες διεθνείς εξελίξεις, συνέτειναν ώστε το μήνυμα αυτό να γίνεται ευκολότερα κατανοητό από τους φίλους μας. Με τη γειτονική φίλη χώρα υπάρχουν πολλά που μπορούμε από κοινού να κάνουμε στο άμεσο μέλλον», εκτιμά ο κ. Βλάχος και προσθέτει πως σε κάθε περίπτωση οι άνθρωποι της επιχειρηματικής κοινότητας δηλώνουν παρόντες σε κάθε κοινή πρωτοβουλία, που θα ενδυναμώσει τις οικονομικές και κατ’ επέκταση το σύνολο των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών.
(Αλεξάνδρα Γούτα)