Με μια επιθετική δήλωση απάντησε το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών στις δηλώσεις των Ελλήνων πολιτικών με αφορμή την ημέρα μνήμης για τη Γενοκτονία των Ποντίων, υποστηρίζοντας ότι το 1919 η Ελλάδα σαν σήμερα διέπραξε θηριωδίες και φρικαλεότητες.
Υποστηρίζει ότι η Ελλάδα τότε «διέπραξε εγκλήματα πολέμου στην Ανατολία» και την καλεί «να μη διαστρεβλώνει την Ιστορία και να μην τη διαβάσει ανάποδα, αν θέλει ένα ευήμερο μέλλον με την Τουρκία». Επίσης, υποστηρίζει ότι η Ελλάδα «εισέβαλε στη Σμύρνη» και προσπαθεί να «θυματοποιηθεί», ενώ έκανε εγκλήματα «υποστηριζόμενη από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις».
Η ανακοίνωση του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών αναφέρει:
«Ο Αγώνας Ανεξαρτησίας, που ξεκίνησε στις 19 Μαΐου 1919 υπό την ηγεσία του Μεγάλου Ηγέτη Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ ενάντια στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που εποφθαλμιούνταν την πατρίδα μας, όχι μόνο οδήγησε σε μια νίκη της ανεξαρτησίας και της ελευθερίας και στην ίδρυση της Δημοκρατίας μας, αλλά έθεσε επίσης τέλος στις φρικαλεότητες της δύναμης εισβολής και των συμμοριών που είχαν υπό τον έλεγχο τους την Ανατολία, και χρησίμευσε ως πηγή έμπνευσης για καταπιεσμένα έθνη που λαχταρούσαν την ανεξαρτησία.
Από αυτήν την άποψη, ενώ η Ελλάδα, η οποία προσπάθησε να εισβάλει στην Ανατολία ως εργαλείο των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της περιόδου, δεν πρέπει να ξεχάσει τις άμεσες φρικαλεότητες που διαπράχθηκαν σε αυτά τα εδάφη, απορρίπτουμε εντελώς τις αβάσιμες και γεμάτες ψευδαισθήσεις δηλώσεις του Ελληνικού Κοινοβουλίου και των αρχών με το πρόσχημα της επετείου της 19ης Μαΐου 1919 που παραποιούν εντελώς την ιστορία. Ομοίως, καταδικάζουμε τις προσπάθειες των αντι-Τουρκικών λόμπι συμφερόντων να εξαπατήσουν τρίτες χώρες προβάλλοντας διαστρεβλωμένες κατηγορίες, οι οποίες δεν έχουν καμία ιστορική βάση, εκτός Ελλάδας.
Στερείται αξιοπιστίας το να ισχυριστεί κανείς ότι η Ελλάδα, η οποία έχει καταγραφεί σε ιστορικά αρχεία για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που διέπραξε όταν εισέβαλε στη Σμύρνη στις 15 Μαΐου 1919 και όταν ξεκίνησε μια σφαγή στην Ανατολία με την υποστήριξη των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, αργότερα έγινε θύμα.
Αντιμέτωποι με τη φρικτή διάσταση των φρικαλεοτήτων που διαπράχθηκαν κατά τους πρώτους μήνες της ελληνικής κατοχής, οι Σύμμαχοι έπρεπε να ερευνήσουν αυτά τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας με τη σύσταση μιας Επιτροπής Ερευνών, και το ότι αυτή η κατοχή που ήταν το πεδίο της φρικαλεότητας, μετατράπηκε σε επαίσχυντη εισβολή.
Καλούμε την ελληνική ηγεσία να αντιμετωπίσει τη δική της ιστορία, να θυμηθεί τις ελληνικές φρικαλεότητες που αντικατοπτρίζονται στις εκθέσεις της Επιτροπής Ερευνών, και να αποδεχτεί τα ιστορικά γεγονότα της Ελλάδας, των οποίων οι πράξεις καταγράφονται στο 59ο άρθρο της Συνθήκης Ειρήνης της Λωζάνης οι οποίες έρχονται σε αντίθεση με το νόμο του πολέμου. Μετά τον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας, υπάρχουν σημαντικά μαθήματα που πρέπει να μάθει η σημερινή ελληνική ηγεσία από το γεγονός ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός Βενιζέλος πρότεινε τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, τον ιδρυτή της Δημοκρατίας μας, ο οποίος ηγήθηκε του αγώνα για ανεξαρτησία στις 19 Μαΐου 1919, για Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης. Υπενθυμίζουμε ότι η εγκατάλειψη της ανεύθυνης πολιτικής αντίληψης να γίνεται προσπάθεια να διαβάζεται η ιστορία αντίστροφα, θα είναι κυρίως προς το συμφέρον της Ελλάδας.
Αντί να προσπαθεί να διαστρεβλώνει τα γεγονότα, καλούμε την Ελλάδα να συνεργαστεί για την ειρήνη, τη σταθερότητα και για ένα ευημερές μέλλον βάσει της συνεργασίας».
Απάντηση ελληνικού ΥΠΕΞ
Το υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας απάντησε στην παραπάνω ανακοίνωση του τουρκικού υπουργείο Εξωτερικών, σημειώνοντας ότι τα ψεύδη, η παραποίηση της ιστορίας και η χρήση εμπρηστικής ρητορικής από τη μεριά της Τουρκίας δεν συνάδουν με την προώθηση σχέσεων καλής γειτονίας από χώρα, η οποία επιθυμεί να αποτελέσει μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας.
Η ανακοίνωση του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών αναφέρει:
«Με ιδιαίτερη απογοήτευση διαπιστώνουμε να επαναλαμβάνεται για μία ακόμη φορά η αδόκιμη απόπειρα μέσω ανακοίνωσης του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών της παραποίησης της ιστορικής αλήθειας.
Τα ψεύδη, η παραποίηση της ιστορίας και η χρήση εμπρηστικής ρητορικής, δεν συνάδουν με την προώθηση σχέσεων καλής γειτονίας από χώρα, η οποία επιθυμεί να αποτελέσει μέλος της Ευρωπαϊκής Οικογένειας.
Η νηφάλια αναγνώριση των γεγονότων, από κάθε χώρα, στην προκειμένη περίπτωση από την Τουρκία, συνιστά αναγκαίο βήμα και εχέγγυο της δέσμευσης ότι ζοφερές στιγμές όπως η γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού δεν θα επαναληφθούν.
Η αυτοκριτική, η συγγνώμη στους συγγενείς των θυμάτων και η εγκατάλειψη του αναθεωρητισμού αποτελούν ένδειξη δύναμης και όχι αδυναμίας. Αποτελούν προϋπόθεση για τον καλόπιστο διάλογο στην βάση του Διεθνούς Δικαίου και την καταπολέμηση των ακροτήτων του εθνικισμού. Για την επούλωση των πληγών του παρελθόντος και τη συμφιλίωση των λαών και των κρατών. Για την εμπέδωση της ειρηνικής συμπόρευσής τους».