Για πλημμελή τήρηση της Συμφωνίας των Πρεσπών εις βάρος των εθνικών συμφερόντων της χώρας μας κατηγόρησε την κυβέρνηση της Ν.Δ. ο τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Γ. Κατρούγκαλος, μέσα από συνέντευξή του στην εφημερίδα «Μακεδονία».
Κληθείς να κάνει μια αποτίμηση της Συμφωνίας, τρία χρόνια μετά την υπογραφή της, τη χαρακτήρισε ιστορική καθώς, όπως εξήγησε: «Αφενός έλυσε μια διαφορά δεκαετιών, αποκαθιστώντας την ιστορική αλήθεια και ενταφιάζοντας απολύτως τον αλυτρωτισμό των εθνικιστικών κύκλων της γειτονικής χώρας» και «αφετέρου η Συμφωνία αύξησε εκθετικά το διπλωματικό κεφάλαιο της χώρας».
Μεταξύ άλλων επισήμανε ότι «η λύση που δόθηκε για σύνθετη ονομασία, παρά την ακραία αντίθετη δημαγωγία της Νέας Δημοκρατίας, αποτελούσε την πάγια εθνική γραμμή, όπως είχε διαμορφωθεί τουλάχιστον από το 2004 και αποτυπώνεται σε όλες τις προγραμματικές κυβερνητικές δηλώσεις».
Επιπλέον, τόνισε ότι με τη συμφωνία αυτή «η Ελλάδα αναγνωρίσθηκε ως χώρα που λύνει προβλήματα και εξάγει σταθερότητα, στέλνοντας ταυτόχρονα μήνυμα σε όλα τα δυτικά Βαλκάνια ότι οι διαφορές μπορεί να λυθούν με τον διάλογο και την διπλωματία». «Παράλληλα, ακύρωσε τις προσπάθειες της Τουρκίας να επεκτείνει την επιρροή της και να ασκήσει πίεση στην χώρα μας και από τα βόρεια σύνορα της», υπογράμμισε ο Γ. Κατρούγκαλος.
Ο πρώην ΥΠΕΞ της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ χαρακτήρισε «θετική εξέλιξη» μετεκλογικά την «εγκατάλειψη της δημαγωγικής ρητορικής της Νέας Δημοκρατίας και η (έστω εκούσα-άκουσα) αναγνώριση του θετικού ρόλου της Συμφωνίας, καθ’ υπέρβαση της προεκλογικής θέσης περί απλής αδυναμίας ακύρωσης της».
Ωστόσο, παρατήρησε πως «πολλά στελέχη της αρνούνται και σήμερα να χρησιμοποιήσουν τον όρο Βόρεια Μακεδονία».
Με αφορμή τις καθυστερήσεις σχετικά με τα μνημόνια συνεργασίας, ο τομεάρχης Εξωτερικών της αξιωματικής αντιπολίτευσης, κατηγόρησε τη Ν.Δ. ότι «εξακολουθεί να ασκεί εξωτερική πολιτική με εσωκομματικά κριτήρια».
«Καθυστερεί να φέρει στη Βουλή τα τρία μνημόνια συνεργασίας που προωθούν τα εθνικά μας συμφέροντα (το ένα από αυτά αφορά την αμυντική κάλυψη της Βόρειας Μακεδονίας από τις δικές μας δυνάμεις) αποκλειστικά και μόνον λόγω των ενδοκομματικών της αντιθέσεων και των αντιδράσεων της εθνικιστικής της πτέρυγας. Πλημμελώς εφαρμόζει τη Συμφωνία, και πάλι προς βλάβη των εθνικών μας συμφερόντων, και σε άλλους κρίσιμους τομείς. Μεγάλες είναι, για παράδειγμα, οι καθυστερήσεις στη λειτουργία των Επιτροπών για τα σχολικά βιβλία και τα σήματα. Αναντίρρητα η αντιφατική αυτή στάση αποδυναμώνει τη διπλωματική θέση της Ελλάδας, τους μοχλούς πίεσης προς τη γείτονα, αλλά και τις δυνατότητες προσέγγισης της», εξήγησε ο κ. Κατρούγκαλος.
Στη συνέχεια επισήμανε ότι ενώ οι προοπτικές για να γίνουν καλύτερες οι διμερείς σχέσεις βελτιώθηκαν πολύ από τις Πρέσπες, «και εδώ, όμως, η κυβερνητική αδράνεια δεν βοηθά».
Όπως εξήγησε: «Για παράδειγμα, για το θέμα των εμπορικών προϊόντων, η συμφωνία προβλέπει (άρθρο 1 παρ. 3 εδ. θ) τα παρακάτω: «τα Μέρη συμφωνούν να υποστηρίξουν και να ενθαρρύνουν τις επιχειρηματικές κοινότητές τους να θεσμοθετήσουν έναν ειλικρινή, δομημένο και με καλή πίστη διάλογο, στο πλαίσιο του οποίου θα επιδιώξουν και θα επιτύχουν αμοιβαίως αποδεκτές λύσεις στα θέματα που πηγάζουν από τις εμπορικές ονομασίες, τα εμπορικά σήματα και τις επωνυμίες». Ελάχιστα βήματα έχουν γίνει προς την κατεύθυνση αυτή».
Τέλος, αναφορικά με τα διακριτικά της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου της γείτονος στο Euro και το αν συνιστά παραβίαση της συμφωνίας ο Γ. Κατρούγκαλος εξήγησε ότι «πράγματι η Συμφωνία των Πρεσπών επιβάλλει η εθνική ομάδα να χρησιμοποιεί το συνταγματικό όνομα της χώρας» και ανέφερε πως κάλεσε τις αθλητικές και πολιτικές αρχές της Βόρειας Μακεδονίας να σεβαστούν τις σχετικές υποχρεώσεις τους.
« Ήδη όμως ο πρωθυπουργός της Βόρειας Μακεδονίας, όπως έπρεπε, αναγνώρισε το λάθος αρχικών του τοποθετήσεων, υπογραμμίζοντας δημόσια τα παραπάνω. Θεωρώ, συνεπώς, το θέμα λήξαν. Ας αναλογιστούν όμως όσοι εξακολουθούν και σήμερα να είναι αντίθετοι στη Συμφωνία, με ποια φανέλα και με τι όνομα θα αγωνιζόταν η εθνική ομάδα χωρίς αυτή…» συμπλήρωσε με νόημα.